Ο όρος ζεόλιθος επινοήθηκε το 1756 από τον Σουηδό ορυκτολόγο Axel Fredrik Cronstedt, ο οποίος παρατήρησε ότι κατά την ταχεία θέρμανση του ορυκτού stilbite, παράγονται μεγάλες ποσότητες ατμού από το νερό, οι οποίες απορροφώνται από το ορυκτό. Βασιζόμενος σ’ αυτό το γεγονός, ονόμασε αυτό το ορυκτό zeolite, από την ελληνική λέξη ζέω (zeō), που σημαίνει βράζω και λίθος. Οι ζεόλιθοι είναι αργιλοπυριτικά μέλη μιας οικογένειας μικροπορωδών στερεών γνωστή ως μοριακά κόσκινα.. Μέχρι σήμερα έχουν αναγνωρισθεί και περιγραφεί περισσότερα από 45 είδη φυσικών ζεόλιθων. Εν τούτοις, μόνο επτά από αυτά και συγκεκριμένα τα ορυκτά μορντενίτης, κλινοπτιλόλιθος, φερριερίτης, χαμπαζίτης, εριονίτης, φιλλιψίτης και ανάλκιμο απαντούν σε ικανοποιητικές ποσότητες, ώστε να θεωρούνται εκμεταλλεύσιμα υλικά. Για διατροφικές, φαρμακευτικές, ιατρικές, περιβαλλοντικές, υδατικές, γεωργικές και βιομηχανικές χρήσεις, απαιτείται η περιεκτικότητα σε ζεόλιθο τύπου-HEU (κλινοπτιλόλιθο- ευλανδίτη) να είναι μεγαλύτερη από 75%.

Οι ζεόλιθοι απαντούν ως γεωλογικά αποθέματα σε όλο τον κόσμο, ιδίως σε πετρώματα που τμηματικά ή στο σύνολό τους έχουν ηφαιστειογενή προέλευση. Έτσι εξηγείται η συχνή παρουσία τους σε γεωγραφικές περιοχές με ηφαιστειογενή δραστηριότητα. Προέρχονται από την υδροθερμική εξαλλοίωση διάφορων αργιλιοπυριτικών ορυκτών, όπως αστρίων και αστριοειδών και καλύπτουν κυρίως μικρές κοιλότητες, σχισμές και αρμούς βασαλτικών λαβών και λιγότερο συχνά γρανιτών και γνευσίων.

Πρόκειται κυρίως για κοιτάσματα που σχηματίστηκαν από τη μεταμόρφωση πυροκλαστικών πετρωμάτων, σε ανοικτά υδρολογικά συστήματα από τη δράση είτε ταυτόχρονα μετεωρικού και θαλασσινού νερού, είτε από την κυκλοφορία υδροθερμικών νερών που αναμιγνύονται με θαλασσινό νερό.

Η δράση του ζεόλιθου είναι προστασία για τους αθώους, που όχι μόνο διατηρεί την ουσία αλλά την εμπλουτίζει, επειδή η αποστολή του είναι η ελευθερία της ζωής. Αν λοιπόν μάθεις για αυτή, διέδωσέ τη σαν να ήσουν ο σπορέας, έτσι ώστε να μάθουν όλοι για το έργο.

-Νίκος Λυγερός

Eλληνικός ζεόλιθος

Η γεωγραφική κατανομή των ζεολιθικών κοιτασμάτων στον Ελληνικό χώρο εντοπίζεται κυρίως σε πολλές περιοχές της Θράκης.

Σε 30 θέσεις του Νομού Έβρου εντοπίστηκαν 4 είδη ζεολίθων. Σε 4 από τις 10 θέσεις του Δήμου Νέας Ορεστιάδας (Πετρωτά – Πεντάλοφος) εντοπίστηκε φυσικός ζεόλιθος με ποιότητα που κυμαίνεται από 76% έως 89%.

Στο Νομό Ροδόπης και συγκεκριμένα στη θέση «Σκάλωμα» του Δήμου Αρριανών, εντοπίστηκε φυσικός ζεόλιθος – κλινοπτιλόλιθος εξαιρετικής ποιότητας, του οποίου η διάθεση στην ελληνική αγορά ξεκίνησε το Σεπτέμβρη του 2021.

Το οικονομικό και επενδυτικό ενδιαφέρον εντοπίζεται κυρίως στις θέσεις Ρέμα Ντρίστα και Κόκκαλο των Πετρωτών του Δήμου Νέας Ορεστιάδας,  καθώς και στη θέση «Σκάλωμα» του Δήμου Αρριανών στην περιοχή της Ροδόπης, όπου εντοπίστηκαν αποθέματα υψηλής ποιότητας φυσικού ζεόλιθου, ο αποκαλούμενος Ελληνικός Φυσικός Ζεόλιθος (ΕΛΦΥΖΕ). Ο ΕΛΦΥΖΕ, ορυκτολογικά περιέχει έως και 89% ζεόλιθο τύπου HEU (κλινοπτιλόλιθο-ευλανδίτη), 3% μαρμαρυγία + αργιλικά ορυκτά, 4% αστρίους, 2% χαλαζία και 2% χριστοβαλίτη.

Ελληνικό ζεόλιθο μπορείτε να προμηθευτείτε από αυτόν τον σύνδεσμο, μέσω του διαδικτυακού μας καταστήματος.

Λόγω της μοριακής δομής του εμφανίζει αξιοσημείωτα υψηλή ικανότητα ανταλλαγής ιόντων (200 – 400meq/100g) και ρυθμίζει προς το ουδέτερο το PH των υδάτων και των εδαφών. Λειτουργεί ως ένα μοριακό φίλτρο το οποίο δεσμεύει βαριά μέταλλα, τοξίνες, ελεύθερες ρίζες, καθώς είναι ένα από τα ελάχιστα αρνητικά φορτισμένα ορυκτά στη φύση. Επιπλέον έχει την ικανότητα να απορροφά νερό και άλλες θρεπτικές για τους ζωντανούς οργανισμούς ουσίες, τις οποίες απελευθερώνει στη συνέχεια με συγκεκριμένο ρυθμό ανάλογα με τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Λόγω αυτής της ικανότητας θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ένα «πέτρινο σφουγγάρι».

Ο ζεόλιθος έχει πολλές και σημαντικές εφαρμογές σε πολλούς τομείς, όπως τη γεωργία, την κτηνοτροφία, τις ιχθυοκαλλιέργειες, την υγεία, την οικοδομική, τη βιομηχανία υδρογονανθράκων, την προστασία από πυρηνική ακτινοβολία και πολλές άλλες. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στη γεωργία ο ζεόλιθος μπορεί να ενσωματωθεί στο έδαφος σε μορφή χαλικιού ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας.